Προηγούμενο
Ο Τζον με πλησίασε. Προφανώς είχε σπάσει την πόρτα. Δεν είπε τίποτα, με πήρε αγκαλιά και με μετέφερε στο κρεβάτι. Με σκέπασε κι αποκοιμήθηκα αμέσως.
Συνέχεια
Ήμουν μόνη στο δάσος. Γύρω μου υπήρχαν παντού φλόγες. Είχα αρχίσει να ζεσταίνομαι, οι φλόγες με πλησίαζαν... Ξαφνικά από τις φλόγες εμφανίστηκε μια σκιά...Με πλησίασε...
- Έλα μαζί μουυ
Μου είπε η σκιά με μια ανατριχιαστική φωνή.
-Όχι,όχι άσε με!!!
- Έλα μαζί μουυυ, έλα στις φλόγεεες
Η σκιά με έπιασε κι ένιωσα να καίγομαι.
- Βοηθειάάάά! Οχίίίί!!!!!!!!
- Alice...Alice! Ξύπνα και ήρεμησε!
Άκουσα μια γνωστή φωνή. Πετάχτηκα από το κρεβάτι μου καταϊδρωμένη. Ανάσαινα βαριά και ήμουν μούσκεμα απ'τον ιδρώτα.
- Τι...Τι έγινε;
- Έβλεπες εφιάλτη και φώναζες τόσο πολύ που ξύπνησα. Καλά είσαι;
- Τζον...Συγγνώμη για την αναστάτωση που σου προκαλώ, δεν το θέλω απλώς..μου είναι δύσκολο να...
Τα δάκρυα άρχισαν να κυλάνε πάλι στα μάτια μου. Πάλι έβλεπα εφιάλτες, σαν τότε, τότε που πέθανε ο πατέρας μου.
- Ω, έλα τώρα...
Ο Τζον μου σκούπισε τα δάκρυα και με αγκάλιασε. Ένιωσα τόσο καλά εκείνη τη στιγμή. Με ηρέμησε τόσο πολύ... Ήταν πολύ γλυκός όταν ήθελε, ίσως τελικά να μην τα πηγαίναμε και τόσο χάλια.
-Τζον, σε ευχαριστώ για όλα. Ξέρω ότι δεν με συμπαθείς και...τώρα όλο αυτό που κάνεις...Σ'ευχαριστώ.
Εκείνος δεν μίλησε, απλώς με έσφιξε πιο πολύ στην αγκαλιά του. Έκανα κι εγώ το αντίστοιχο.
Μεριά Τζον
(όσο διαβάζετε τις σκέψεις του Τζον ακούστε αυτό)
Έβλεπε εφιάλτη. Ήταν χάλια κι έφταιγα εγώ γι'αυτό. Δεν έπρεπε να δει εκείνη τη σκηνή, δεν έπρεπε να διαλέξω αυτή την ταινία. Καθόμουν απλώς και την αγκάλιαζα. Όσο πιο σφιχτά μπορούσα. Δεν ξέρω γιατί, απλά ένιωθα την ανάγκη να το κάνω. Πότε πριν δεν είχα νιώσει έτσι για κάποια κοπέλα, ποτέ δεν ένιωσα ότι πρέπει να την παρηγορήσω. Απορούσα εκείνη τη στιγμή κι εγώ ο ίδιος με τον εαυτό μου. Και όχι, δεν ήμουν ούτε μεθυσμένος, ούτε τίποτα. Γιατί το κάνω; Τι έπαθα; Με άλλαξε αυτή η κοπέλα απ' τη μια μέρα στην άλλη; Η λογική μου έλεγε να φύγω, να την αγνοήσω και να την παρατήσω στον πόνο της αλλά το σώμα μου δρούσε μόνο του. Δεν μπορούσα απλά να ξεκολλήσω από πάνω της. Κάποια στιγμή τα κατάφερα.
- Πήγαινε να κάνεις ένα μπάνιο και μετά πέσε πάλι για ύπνο, είναι 2:00 τα ξημερώματα. Μην ανησυχείς για τίποτα, είμαι εγώ εδώ.
Της είπα και πήγα στο δωμάτιό μου. Ξάπλωσα στο κρεβάτι μου και βυθίστηκα σε σκέψεις, μου ήταν δύσκολο να κοιμηθώ πλέον.
Μεριά της Alice
Έκανα αυτό που με συμβούλεψε ο Τζον, έκανα ένα χαλαρωτικό μπάνιο και προσπαθούσα να μην τρέμω απ'τον φόβο μου. Ένιωθα κατά κάποιο τρόπο ασφαλής αφού ήξερα ότι ήταν στο απέναντι δωμάτιο. Τελείωσα το μπάνιο μου και φόρεσα τις πιτζάμες μου. Έπαισα για ύπνο αν και μου ήταν αδύνατον να κοιμηθώ. Πήρα το λάπτοπ μου και μπήκα στο youtoube. Άκουγα τραγούδια με τα ακουστικά μου και σκεφτόμουν. Την Δευτέρα άρχιζαν τα σχολεία, αλλά πλέον δεν ανησυχούσα, τα είχα βρει με τον Τζον. Τουλάχιστον έτσι νόμιζα...
~Το επόμενο πρωί~
Είχα αποκοιμηθεί χωρίς να το καταλάβω και ξύπνησα στις 11:00 το πρωί. Κατέβηκα κάτω με τις πιτζάμες όπως ήμουν, να πιω νερό. Μου φάνηκε ότι υπήρχε υπερβολική ησυχία. Έψαξα το σπίτι και κατάλαβα ότι ο Τζον έλειπε. Δεν είχα τι να κάνω οπότε πήγα καιντύθηκα. Πλύθηκα και αποφάσισα να βγω να κάνω μια βόλτα, τόσο καιρό ήμουν εδώ και δεν είχα βγει καθόλου έξω.
Πήρα κάτι κλειδιά που υπήρχαν στο τραπεζάκι του σαλονιού και βγήκα έξω. Δεν ήθελα να απομακρυνθώ πολύ, γιατί δεν ήξερα ποιον δρόμο να πάρω για να γυρίσω σπίτι. Ήταν όλα πολύ όμορφα πάντως. Η Καλιφόρνια ήταν ωραία πόλη. Πολλοί διάσημοι ζούσαν εδώ και ίσως... Μια μέρα να μπορούσα να κάνω καριέρα. Στην Ιταλία όλοι μου έλεγαν ότι τραγουδάω υπέροχα κι ότι παίζω πιάνο και κιθάρα πολύ καλά. Δεν είχα κάνει μαθήματα ούτε φωνητικής, ούτε κιθάρας, ούτε πιάνου. Απλά τα έπαιζα. Επίσης έγραφα τραγούδια. Που με εκφράζουν.
Ήμουν βυθισμένη στις σκέψεις μου και δεν κατάλαβα πότε έπεσα κατά λάθος πάνω σε κάποιον. Σήκωσα το βλέμμα μου για να δω ποιος είναι και αντίκρισα τον Κάιλ.
- Γεια σου Κάιλ!
- Γεια σου Alice. Τι κάνεις;
- Καλά, βγήκα να κάνω μια βόλτα να δω την πόλη, εσύ;
- Εγώ...
Με κοίταζε από πάνω μέχρι κάτω και προφανώς δεν μπορούσε να μιλήσει. Μετά από λίγο ήρθε κι ο Τζον και με κοίταξε με μια ψυχρότητα... Λες και είχε ξεχάσει όλα αυτά που είχαν συμβεί χτες.
- Γεια Τζον
- Γεια. Κάιλ πάμε;
- Να μην πάρουμε και την Alice μαζί;
- Τι λες ρε! Τι να κάνει η Alice μαζί μας;
- Γιατί ρε, στο σχολείο μας θα την έχουμε, να μη γνωρίσει την παρέα;
- Καλά σου λέει Τζον. Θα έρθω.
Του έκλεισα το μάτι και πήρα αγκαζέ τον Κάιλ.
- Πάμε
Είπα αποφασιστικά ενώ από μέσα μου είχα λιώσει απ' το γέλιο. Ο τρόπος που με κοιτούσε ο Τζον ήταν...απερίγραπτα αστείος.
Ο Κάιλ με οδήγησε στο αυτοκίνητο του κι έκατσε στη θέση του οδηγού. Εγώ έκατσα δίπλα του κι έτσι ο Τζον αναγκάστηκε να κάτσει πίσω. Έβγαζε αφρούς από τον θυμό του πλέον.
Μετά από 15 λεπτά φτάσαμε μπροστά από ένα σπίτι. Ήταν ωραίο, αλλά όχι όσο του Ράιαν στο οποίο ζούσαμε. Ο Τζον χτύπησε το κουδούνι και μας άνοιξε ένα ωραίο αγόρι που φαινόταν πολύ συμπαθητικό.
- Άντε ρε αργήσατε. Επ, για σου κούκλα
Του χαμογέλασα ελαφρά.
- Άλεξ μαζέψου
Είπαν ο Κάιλ κι ο Τζον με μια φωνή.
- Χαχα, έλεος ρε δε θα σας την φάω κιόλας.
- Σκασίλα μου εμένα, ετεροθαλής αδερφή μου είναι.
- Εσένα Κάιλ, για να έχουμε καλό ερώτημα, τι σου έιναι;
Ο Κάιλ με κοίταξε εξεταστικά.
- Θα δείξει...
Είπε. Μπήκαμε μέσα όπου ήταν μαζεμένα 2-3 αγόρια κι 1 κορίτσι.
- Γεια σας...
Είπα αφού όλοι με κοιτούσαν.
- Είμαι η Alice η αδερφή του Τζον
- Ετεροθαλής αδερφή
Με διόρθωσε.
- Μπράβο ρε έχεις αδερφή και δεν μας είπες τίποτα. Που την έκρυβες τόσο καιρό;
Το κορίτσι με πλησίασε και με τράβηξε να κάτσω δίπλα της.
- Με λένε Ντανιέλ. Χάρηκα πολύ.
- Κι εγώ Ντανιέλ.
Συστήθηκα και με τους άλλους και ανταλλάξαμε τηλέφωνα. Γενικά περάσαμε πολύ ωραία, συζητούσαμε, είδαμε ταινία. Ο Τζον δεν είχε σταματήσει να με κοιτάει εκνευρισμένος αλλά δεν έδινα σημασία. Δεν τον καταλάβαινα πάντως, τη μία ήταν γλυκός και καλός μαζί μου και την άλλη φερόταν σαν να με μισούσε...
- Οκ παιδιά, τα λέμε αύριο στο σχολείο.
- Οκ καληνύχτα
- Καληνύχτα
Ο Τζον κατευθύνθηκε προς την εξώπορτα και κατάλαβα ότι αν δεν ήθελα να κοιμηθώ εδώ έπρεπε να τον ακολουθήσω.
Μπήκαμε στο αυτοκίνητο κι έβαλε μπρος.
- Να σε ρωτήσω κάτι;
- Ρώτα
- Τι έχεις πάθει μαζί μου;
- Σαν τι να έχω πάθει;
- Ε δεν ξέρω...Σήμερα όλη μέρα με κοιτούσες κάπως ενώ χτες ήσουν...
- Αυτό που έγινε χτες να το ξεχάσεις! Δεν έχει αλλάξει τίποτα. Δεν σε συμπαθώ και τέλος.
Δεν είπα τίποτα, μου ήρθε ξαφνικό αυτό. Τι διπρόσωπος άνθρωπος θεέ μου!
- Σταμάτα το αυτοκίνητο
- Τι;
- Σταμάτα το, θέλω να κατέβω. Δεν θα κάτσω ούτε στιγμή μαζί σου.
- Σταμάτα τις βλακείες. Είναι βράδυ και μου είναι δύσκολο να οδηγώ, μη το κάνεις ακόμα πιο δύσκολο.
- Σε μισώ απίστευτα!
- Επίσης
Φτάσαμε κι έτρεξα αμέσως στο δωμάτιό μου. Έπεσα σχεδόν αμέσως για ύπνο, διότι ήταν πολύ αργά.
Την επόμενη μέρα ξύπνησα νωρίς και πήγα να ετοιμαστώ για το σχολείο. Ουφ, η πρώτη μέρα. Ελπίζω να τα καταφέρω. Φόρεσα αυτά και κατέβηκα κάτω. Στην τραπεζαρία ήταν ο Τζον με τον Ράιαν και την Ερίσα οι οποίοι είχαν γυρίσει. Μόλις κατέβηκα ο Τζον σηκώθηκε έτοιμος για το σχολείο και με κοίταξε.
- Αυτά θα φορέσεις;
- Γιατί τι έχω;
- Θα πας στο σχολείο με αυτά;
- Ναι. Τι έχωω;;
- Είναι πολύ υπερβολικό!
- Τώρα, θα μου κάνεις και την νταντά μου;
- Όχι, όχι μια συμβουλή έδωσα. Αμάν!
- Άλλη φορά να μην δίνεις!
- Εεεεε, μην μαλώνετε!
- Δίκιο έχει η Ερίσα, Τζον, άσε την κοπέλα να βάλει ότι θέλει!
Με κοίταξε με ένα απαίσιο βλέμμα και ανέβηκε επάνω να πάρει την τσάντα του. Είμασταν έτοιμοι, ο Τζον με τράβηξε και με έβαλε στο αμάξι του. Άρχισε να τρέχει, λες και έκανε αγώνα δρόμου. Όταν φτάσαμε είμουν έτοιμη να κάνω εμετό, αλλά τον συγκράτησα!
- Καλημέρα Alice.
- Καλημέρα Ντανιέλ.
- Τι κάνεις;
- Μια χαρά, εσύ;
- Μια χαρά κι εγώ!
- Έλα να σε ξεναγήσω στα κατατόπια.
- Οκ, αλλά πρώτα δείξε μου την τάξη!
- Έλα από'δω είναι.
- Ευχαριστώ.
Μπήκα στην τάξη, στην οποία υπήρχε ένας δάσκαλος. Με κοίταξε και με πλησίασε.
- Καλημέρα, πρέπει να είσαι η καινούρια μαθήτρια
- Ναι.
- Ωραία
Το κουδούνι χτύπησε. Είχα άγχος, το πως θα πήγαινα στα μαθήματα και το πως θα αντιδρούσαν οι νέοι μου συμμαθητές!
- Καλημέρα παιδιά
- Καλημέρα κύριε
- Λοιπόν. πρωτού αρχίσει το μάθημα, θα σας γνωρίσω την νέα σας συμμαθήτρια, την Alice
Όταν με γνώρισε ο δάσκαλος στους άλλους ένιωσα αμήχανα. Στο διάλειμμα όταν πήγα να τους μιλήσω με έδιωχναν, δεν με ήθελαν, δεν τους έκανα κάτι απλώς με κοιτούσαν ψυχρά όπως και μου μιλούσαν, οι μόνοι φίλοι μου ήταν Ο Κάιλ, Η Ντανιέλ και δύο παιδιά απ'το χθεσινό πάρτυ. Την τελευταία ώρα, όταν πλησίασα τους συμμαθητές μου τους χαιρέτησα, αλλά δεν πήρα απάντηση. Γυρίσαμε με τον Τζον σπίτι κι εκεί ήταν ο Ράιαν και η μαμά.
- Γεια σας παιδιά, πως ήταν το σχολείο;
- Καλό.
- Καλό.
Κλείστηκα στο δωμάτιο μου ξεντύθηκα και φόρεσα αυτά. Το κινητό μου χτύπησε, είχα ένα μύνημα...
Ο Τζον με πλησίασε. Προφανώς είχε σπάσει την πόρτα. Δεν είπε τίποτα, με πήρε αγκαλιά και με μετέφερε στο κρεβάτι. Με σκέπασε κι αποκοιμήθηκα αμέσως.
Συνέχεια
Ήμουν μόνη στο δάσος. Γύρω μου υπήρχαν παντού φλόγες. Είχα αρχίσει να ζεσταίνομαι, οι φλόγες με πλησίαζαν... Ξαφνικά από τις φλόγες εμφανίστηκε μια σκιά...Με πλησίασε...
- Έλα μαζί μουυ
Μου είπε η σκιά με μια ανατριχιαστική φωνή.
-Όχι,όχι άσε με!!!
- Έλα μαζί μουυυ, έλα στις φλόγεεες
Η σκιά με έπιασε κι ένιωσα να καίγομαι.
- Βοηθειάάάά! Οχίίίί!!!!!!!!
- Alice...Alice! Ξύπνα και ήρεμησε!
Άκουσα μια γνωστή φωνή. Πετάχτηκα από το κρεβάτι μου καταϊδρωμένη. Ανάσαινα βαριά και ήμουν μούσκεμα απ'τον ιδρώτα.
- Τι...Τι έγινε;
- Έβλεπες εφιάλτη και φώναζες τόσο πολύ που ξύπνησα. Καλά είσαι;
- Τζον...Συγγνώμη για την αναστάτωση που σου προκαλώ, δεν το θέλω απλώς..μου είναι δύσκολο να...
Τα δάκρυα άρχισαν να κυλάνε πάλι στα μάτια μου. Πάλι έβλεπα εφιάλτες, σαν τότε, τότε που πέθανε ο πατέρας μου.
- Ω, έλα τώρα...
Ο Τζον μου σκούπισε τα δάκρυα και με αγκάλιασε. Ένιωσα τόσο καλά εκείνη τη στιγμή. Με ηρέμησε τόσο πολύ... Ήταν πολύ γλυκός όταν ήθελε, ίσως τελικά να μην τα πηγαίναμε και τόσο χάλια.
-Τζον, σε ευχαριστώ για όλα. Ξέρω ότι δεν με συμπαθείς και...τώρα όλο αυτό που κάνεις...Σ'ευχαριστώ.
Εκείνος δεν μίλησε, απλώς με έσφιξε πιο πολύ στην αγκαλιά του. Έκανα κι εγώ το αντίστοιχο.
Μεριά Τζον
(όσο διαβάζετε τις σκέψεις του Τζον ακούστε αυτό)
Έβλεπε εφιάλτη. Ήταν χάλια κι έφταιγα εγώ γι'αυτό. Δεν έπρεπε να δει εκείνη τη σκηνή, δεν έπρεπε να διαλέξω αυτή την ταινία. Καθόμουν απλώς και την αγκάλιαζα. Όσο πιο σφιχτά μπορούσα. Δεν ξέρω γιατί, απλά ένιωθα την ανάγκη να το κάνω. Πότε πριν δεν είχα νιώσει έτσι για κάποια κοπέλα, ποτέ δεν ένιωσα ότι πρέπει να την παρηγορήσω. Απορούσα εκείνη τη στιγμή κι εγώ ο ίδιος με τον εαυτό μου. Και όχι, δεν ήμουν ούτε μεθυσμένος, ούτε τίποτα. Γιατί το κάνω; Τι έπαθα; Με άλλαξε αυτή η κοπέλα απ' τη μια μέρα στην άλλη; Η λογική μου έλεγε να φύγω, να την αγνοήσω και να την παρατήσω στον πόνο της αλλά το σώμα μου δρούσε μόνο του. Δεν μπορούσα απλά να ξεκολλήσω από πάνω της. Κάποια στιγμή τα κατάφερα.
- Πήγαινε να κάνεις ένα μπάνιο και μετά πέσε πάλι για ύπνο, είναι 2:00 τα ξημερώματα. Μην ανησυχείς για τίποτα, είμαι εγώ εδώ.
Της είπα και πήγα στο δωμάτιό μου. Ξάπλωσα στο κρεβάτι μου και βυθίστηκα σε σκέψεις, μου ήταν δύσκολο να κοιμηθώ πλέον.
Μεριά της Alice
Έκανα αυτό που με συμβούλεψε ο Τζον, έκανα ένα χαλαρωτικό μπάνιο και προσπαθούσα να μην τρέμω απ'τον φόβο μου. Ένιωθα κατά κάποιο τρόπο ασφαλής αφού ήξερα ότι ήταν στο απέναντι δωμάτιο. Τελείωσα το μπάνιο μου και φόρεσα τις πιτζάμες μου. Έπαισα για ύπνο αν και μου ήταν αδύνατον να κοιμηθώ. Πήρα το λάπτοπ μου και μπήκα στο youtoube. Άκουγα τραγούδια με τα ακουστικά μου και σκεφτόμουν. Την Δευτέρα άρχιζαν τα σχολεία, αλλά πλέον δεν ανησυχούσα, τα είχα βρει με τον Τζον. Τουλάχιστον έτσι νόμιζα...
~Το επόμενο πρωί~
Είχα αποκοιμηθεί χωρίς να το καταλάβω και ξύπνησα στις 11:00 το πρωί. Κατέβηκα κάτω με τις πιτζάμες όπως ήμουν, να πιω νερό. Μου φάνηκε ότι υπήρχε υπερβολική ησυχία. Έψαξα το σπίτι και κατάλαβα ότι ο Τζον έλειπε. Δεν είχα τι να κάνω οπότε πήγα καιντύθηκα. Πλύθηκα και αποφάσισα να βγω να κάνω μια βόλτα, τόσο καιρό ήμουν εδώ και δεν είχα βγει καθόλου έξω.
Πήρα κάτι κλειδιά που υπήρχαν στο τραπεζάκι του σαλονιού και βγήκα έξω. Δεν ήθελα να απομακρυνθώ πολύ, γιατί δεν ήξερα ποιον δρόμο να πάρω για να γυρίσω σπίτι. Ήταν όλα πολύ όμορφα πάντως. Η Καλιφόρνια ήταν ωραία πόλη. Πολλοί διάσημοι ζούσαν εδώ και ίσως... Μια μέρα να μπορούσα να κάνω καριέρα. Στην Ιταλία όλοι μου έλεγαν ότι τραγουδάω υπέροχα κι ότι παίζω πιάνο και κιθάρα πολύ καλά. Δεν είχα κάνει μαθήματα ούτε φωνητικής, ούτε κιθάρας, ούτε πιάνου. Απλά τα έπαιζα. Επίσης έγραφα τραγούδια. Που με εκφράζουν.
Ήμουν βυθισμένη στις σκέψεις μου και δεν κατάλαβα πότε έπεσα κατά λάθος πάνω σε κάποιον. Σήκωσα το βλέμμα μου για να δω ποιος είναι και αντίκρισα τον Κάιλ.
- Γεια σου Κάιλ!
- Γεια σου Alice. Τι κάνεις;
- Καλά, βγήκα να κάνω μια βόλτα να δω την πόλη, εσύ;
- Εγώ...
Με κοίταζε από πάνω μέχρι κάτω και προφανώς δεν μπορούσε να μιλήσει. Μετά από λίγο ήρθε κι ο Τζον και με κοίταξε με μια ψυχρότητα... Λες και είχε ξεχάσει όλα αυτά που είχαν συμβεί χτες.
- Γεια Τζον
- Γεια. Κάιλ πάμε;
- Να μην πάρουμε και την Alice μαζί;
- Τι λες ρε! Τι να κάνει η Alice μαζί μας;
- Γιατί ρε, στο σχολείο μας θα την έχουμε, να μη γνωρίσει την παρέα;
- Καλά σου λέει Τζον. Θα έρθω.
Του έκλεισα το μάτι και πήρα αγκαζέ τον Κάιλ.
- Πάμε
Είπα αποφασιστικά ενώ από μέσα μου είχα λιώσει απ' το γέλιο. Ο τρόπος που με κοιτούσε ο Τζον ήταν...απερίγραπτα αστείος.
Ο Κάιλ με οδήγησε στο αυτοκίνητο του κι έκατσε στη θέση του οδηγού. Εγώ έκατσα δίπλα του κι έτσι ο Τζον αναγκάστηκε να κάτσει πίσω. Έβγαζε αφρούς από τον θυμό του πλέον.
Μετά από 15 λεπτά φτάσαμε μπροστά από ένα σπίτι. Ήταν ωραίο, αλλά όχι όσο του Ράιαν στο οποίο ζούσαμε. Ο Τζον χτύπησε το κουδούνι και μας άνοιξε ένα ωραίο αγόρι που φαινόταν πολύ συμπαθητικό.
- Άντε ρε αργήσατε. Επ, για σου κούκλα
Του χαμογέλασα ελαφρά.
- Άλεξ μαζέψου
Είπαν ο Κάιλ κι ο Τζον με μια φωνή.
- Χαχα, έλεος ρε δε θα σας την φάω κιόλας.
- Σκασίλα μου εμένα, ετεροθαλής αδερφή μου είναι.
- Εσένα Κάιλ, για να έχουμε καλό ερώτημα, τι σου έιναι;
Ο Κάιλ με κοίταξε εξεταστικά.
- Θα δείξει...
Είπε. Μπήκαμε μέσα όπου ήταν μαζεμένα 2-3 αγόρια κι 1 κορίτσι.
- Γεια σας...
Είπα αφού όλοι με κοιτούσαν.
- Είμαι η Alice η αδερφή του Τζον
- Ετεροθαλής αδερφή
Με διόρθωσε.
- Μπράβο ρε έχεις αδερφή και δεν μας είπες τίποτα. Που την έκρυβες τόσο καιρό;
Το κορίτσι με πλησίασε και με τράβηξε να κάτσω δίπλα της.
- Με λένε Ντανιέλ. Χάρηκα πολύ.
- Κι εγώ Ντανιέλ.
Συστήθηκα και με τους άλλους και ανταλλάξαμε τηλέφωνα. Γενικά περάσαμε πολύ ωραία, συζητούσαμε, είδαμε ταινία. Ο Τζον δεν είχε σταματήσει να με κοιτάει εκνευρισμένος αλλά δεν έδινα σημασία. Δεν τον καταλάβαινα πάντως, τη μία ήταν γλυκός και καλός μαζί μου και την άλλη φερόταν σαν να με μισούσε...
- Οκ παιδιά, τα λέμε αύριο στο σχολείο.
- Οκ καληνύχτα
- Καληνύχτα
Ο Τζον κατευθύνθηκε προς την εξώπορτα και κατάλαβα ότι αν δεν ήθελα να κοιμηθώ εδώ έπρεπε να τον ακολουθήσω.
Μπήκαμε στο αυτοκίνητο κι έβαλε μπρος.
- Να σε ρωτήσω κάτι;
- Ρώτα
- Τι έχεις πάθει μαζί μου;
- Σαν τι να έχω πάθει;
- Ε δεν ξέρω...Σήμερα όλη μέρα με κοιτούσες κάπως ενώ χτες ήσουν...
- Αυτό που έγινε χτες να το ξεχάσεις! Δεν έχει αλλάξει τίποτα. Δεν σε συμπαθώ και τέλος.
Δεν είπα τίποτα, μου ήρθε ξαφνικό αυτό. Τι διπρόσωπος άνθρωπος θεέ μου!
- Σταμάτα το αυτοκίνητο
- Τι;
- Σταμάτα το, θέλω να κατέβω. Δεν θα κάτσω ούτε στιγμή μαζί σου.
- Σταμάτα τις βλακείες. Είναι βράδυ και μου είναι δύσκολο να οδηγώ, μη το κάνεις ακόμα πιο δύσκολο.
- Σε μισώ απίστευτα!
- Επίσης
Φτάσαμε κι έτρεξα αμέσως στο δωμάτιό μου. Έπεσα σχεδόν αμέσως για ύπνο, διότι ήταν πολύ αργά.
Την επόμενη μέρα ξύπνησα νωρίς και πήγα να ετοιμαστώ για το σχολείο. Ουφ, η πρώτη μέρα. Ελπίζω να τα καταφέρω. Φόρεσα αυτά και κατέβηκα κάτω. Στην τραπεζαρία ήταν ο Τζον με τον Ράιαν και την Ερίσα οι οποίοι είχαν γυρίσει. Μόλις κατέβηκα ο Τζον σηκώθηκε έτοιμος για το σχολείο και με κοίταξε.
- Αυτά θα φορέσεις;
- Γιατί τι έχω;
- Θα πας στο σχολείο με αυτά;
- Ναι. Τι έχωω;;
- Είναι πολύ υπερβολικό!
- Τώρα, θα μου κάνεις και την νταντά μου;
- Όχι, όχι μια συμβουλή έδωσα. Αμάν!
- Άλλη φορά να μην δίνεις!
- Εεεεε, μην μαλώνετε!
- Δίκιο έχει η Ερίσα, Τζον, άσε την κοπέλα να βάλει ότι θέλει!
Με κοίταξε με ένα απαίσιο βλέμμα και ανέβηκε επάνω να πάρει την τσάντα του. Είμασταν έτοιμοι, ο Τζον με τράβηξε και με έβαλε στο αμάξι του. Άρχισε να τρέχει, λες και έκανε αγώνα δρόμου. Όταν φτάσαμε είμουν έτοιμη να κάνω εμετό, αλλά τον συγκράτησα!
- Καλημέρα Alice.
- Καλημέρα Ντανιέλ.
- Τι κάνεις;
- Μια χαρά, εσύ;
- Μια χαρά κι εγώ!
- Έλα να σε ξεναγήσω στα κατατόπια.
- Οκ, αλλά πρώτα δείξε μου την τάξη!
- Έλα από'δω είναι.
- Ευχαριστώ.
Μπήκα στην τάξη, στην οποία υπήρχε ένας δάσκαλος. Με κοίταξε και με πλησίασε.
- Καλημέρα, πρέπει να είσαι η καινούρια μαθήτρια
- Ναι.
- Ωραία
Το κουδούνι χτύπησε. Είχα άγχος, το πως θα πήγαινα στα μαθήματα και το πως θα αντιδρούσαν οι νέοι μου συμμαθητές!
- Καλημέρα παιδιά
- Καλημέρα κύριε
- Λοιπόν. πρωτού αρχίσει το μάθημα, θα σας γνωρίσω την νέα σας συμμαθήτρια, την Alice
Όταν με γνώρισε ο δάσκαλος στους άλλους ένιωσα αμήχανα. Στο διάλειμμα όταν πήγα να τους μιλήσω με έδιωχναν, δεν με ήθελαν, δεν τους έκανα κάτι απλώς με κοιτούσαν ψυχρά όπως και μου μιλούσαν, οι μόνοι φίλοι μου ήταν Ο Κάιλ, Η Ντανιέλ και δύο παιδιά απ'το χθεσινό πάρτυ. Την τελευταία ώρα, όταν πλησίασα τους συμμαθητές μου τους χαιρέτησα, αλλά δεν πήρα απάντηση. Γυρίσαμε με τον Τζον σπίτι κι εκεί ήταν ο Ράιαν και η μαμά.
- Γεια σας παιδιά, πως ήταν το σχολείο;
- Καλό.
- Καλό.
Κλείστηκα στο δωμάτιο μου ξεντύθηκα και φόρεσα αυτά. Το κινητό μου χτύπησε, είχα ένα μύνημα...